- τοναδίγια
- η, Νείδος σύντομης σατιρικής μουσικής κωμωδίας που γνώρισε μεγάλη δημοτικότητα στην Ισπανία τον 18ο αιώνα.[ΕΤΥΜΟΛ. < ισπ. tonadilla, υποκορ. τού tonada «είδος λαϊκού τραγουδιού» < tone «τόνος» (< λατ. tonus)].
Dictionary of Greek. 2013.